désaltérante
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Κλιτικός τύπος επιθέτου[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
désaltérante | désaltérantes |
désaltérante (fr)
- θηλυκό του désaltérant
ενικός | πληθυντικός |
désaltérante | désaltérantes |
désaltérante (fr)