dönmek

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Τουρκικά (tr)[επεξεργασία]

Ρήμα[επεξεργασία]

dönmek (tr)

  1. γυρίζω (περιστρέφομαι)
  2. γυρίζω (επιστρέφω)
    Saat iki gibi eve dönerim - Γυρίζω στο σπίτι κατά τις 2
  3. αλλάζω θρησκεία, μεταστρέφομαι

Κλίση[επεξεργασία]

Συγγενικά[επεξεργασία]