daurade
Εμφάνιση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
daurade | daurades |
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]daurade (fr) και dorade θηλυκό
- (ιχθυολογία) → δείτε τη λέξη dorade
ενικός | πληθυντικός |
daurade | daurades |
daurade (fr) και dorade θηλυκό