Μετάβαση στο περιεχόμενο

daylight saving time

Από Βικιλεξικό

Αγγλικά (en)

[επεξεργασία]

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
daylight saving time <  δείτε τις λέξεις daylight, saving και time

Πολυλεκτικός όρος

[επεξεργασία]

daylight saving time (en)

  • η θερινή ώρα, κυριολεκτική μετάφραση: η ώρα οικονομίας ηλιακού φωτός

Άλλες μορφές

[επεξεργασία]

Δείτε επίσης

[επεξεργασία]