decembra

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

decembra < decembr(o) + -a

Επίθετο[επεξεργασία]

πτώση ενικός πληθυντικός
ονομαστική decembra decembraj
αιτιατική decembran decembrajn

decembra (eo)

  1. σχετικός με τον Δεκέμβριο, δεκεμβριανός, δεκεμβριάτικος
    la decembra numero de la revuo - το νούμερο του Δεκεμβρίου του περιοδικού