defeat
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
defeat | defeats |
defeat (en)
- η ήττα
Ρήμα[επεξεργασία]
ενεστώτας | defeat |
γ΄ ενικό ενεστώτα | defeats |
αόριστος | defeated |
παθητική μετοχή | defeated |
ενεργητική μετοχή | defeating |
defeat (en)