Μετάβαση στο περιεχόμενο

delightful

Από Βικιλεξικό
παραθετικά
θετικός delightful
συγκριτικός more delightful
υπερθετικός most delightful

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
delightful < delight + -ful

Επίθετο

[επεξεργασία]

delightful (en)