denté
Εμφάνιση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | denté | dentés |
θηλυκό | dentée | dentées |
Επίθετο
[επεξεργασία]denté (fr)
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | denté | dentés |
θηλυκό | dentée | dentées |
denté (fr)