deployment
Εμφάνιση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]deployment (en)
- (στρατιωτικός όρος) η παράταξη στρατού πριν από τη μάχη
- η διάθεση στο κοινό ενός προϊόντος για χρήση
- (πληροφορική) βλ. software deployment
Δείτε επίσης
[επεξεργασία]-
deployment στην αγγλική Βικιπαίδεια