dequeue
Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
dequeue (en)
- (πληροφορική) μία από τις δύο βασικές λειτουργίες της ουράς (FIFO) κατά την οποία εξάγεται (αφαιρείται) μια οντότητα (στοιχείο/δεδομένο) από την αρχή της
- ≠ αντώνυμα:: enqueue