Μετάβαση στο περιεχόμενο

descendant

Από Βικιλεξικό

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

descendant (en)

  1. απόγονος, επίγονος, κατιών
    he is a fourth-generation descendant of the legendary hero of the revolution
    είναι απόγονος τέταρτης γενιάς του θρυλικού ήρωα της επανάστασης
  2. (αστρολογία) κατιών



Προφορά

[επεξεργασία]
 

Επίθετο

[επεξεργασία]
γένος ενικός πληθυντικός
αρσενικό descendant descendants
θηλυκό descendante descendantes

descendant (fr)

  1. κατερχόμενος
  2. φθίνων
  3. κατιών

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
γένος ενικός πληθυντικός
αρσενικό descendant descendants
θηλυκό descendante descendantes

descendant (fr)