diaphragm
Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά
(en)
[
επεξεργασία
]
Ουσιαστικό
[
επεξεργασία
]
diaphragm
(en)
(
ανατομία
) το
διάφραγμα
(μεταξύ θώρακα και κοιλιάς ή άλλων οργάνων)
διάφραγμα
(για τη γυναικεία αντισύλληψη)
διάφραγμα
, λεπτή
μεμβράνη
σε μηχανισμούς, σε χημικά πειράματα κλπ
το
διάφραγμα
της φωτογραφικής μηχανής
Κατηγορίες
:
Αγγλική γλώσσα
Ουσιαστικά (αγγλικά)
Ανατομία (αγγλικά)
Μενού πλοήγησης
Προσωπικά εργαλεία
Δίχως Σύνδεση
Σελίδα συζήτησης αυτής της διεύθυνσης IP
Συνεισφορές
Δημιουργία λογαριασμού
Σύνδεση
Ονοματοχώροι
Σελίδα
Συζήτηση
Ελληνικά
Προβολές
Ανάγνωση
Επεξεργασία
Προβολή ιστορικού
Περισσότερα
Αναζήτηση
Πλοήγηση
Κύρια Σελίδα
Πρόσφατες αλλαγές
Κατηγορίες
συνεισφορά
Δημιουργήστε!
Ζητήστε!
Βικιδημία
Σελίδες συζήτησης
Νέα συντακτών
βοήθεια
Βοήθεια
Πρότυπα
Δωρεές
δείτε
Νέες σελίδες
Τυχαία σελίδα
Εργαλειοθήκη
Συνδέσεις προς εδώ
Σχετικές αλλαγές
Επιφόρτωση αρχείου
Ειδικές σελίδες
Σταθερός σύνδεσμος
Πληροφορίες σελίδας
Παραπομπή αυτής της σελίδας
Εκτύπωση/εξαγωγή
Δημιουργία βιβλίου
Κατέβασμα ως PDF
Εκτυπώσιμη έκδοση
Άλλες γλώσσες
العربية
Asturianu
Català
Čeština
Cymraeg
Deutsch
English
Eesti
فارسی
Suomi
Français
Magyar
Հայերեն
Ido
Italiano
日本語
한국어
Kurdî
മലയാളം
မြန်မာဘာသာ
Oromoo
Polski
Русский
Slovenčina
Svenska
தமிழ்
తెలుగు
Türkçe
Tiếng Việt
中文