diaporama
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
diaporama | diaporamas |
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
diaporama (fr) αρσενικό
- η προβολή εικόνων ή διαφανειών
ενικός | πληθυντικός |
diaporama | diaporamas |
diaporama (fr) αρσενικό