dickite
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
dickite (en)
- (ορυκτολογία) ο δικίτης
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
-
dickite στην αγγλική Βικιπαίδεια
dickite (en)