dictionary
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /ˈdɪkʃ(ə)n(ə)ɹi/ και /ˈdɪkʃənɛɹi/
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
dictionary (en)
- λεξικό
- δείτε επίσης: dictionary στην αγγλική Βικιπαίδεια
- (πληροφορική, κυρίως στην Python) πίνακας συσχετισμών, λεξικό, πίνακας συσχέτισης
- ※ It is best to think of a dictionary as a set of key: value pairs, with the requirement that the keys are unique (within one dictionary). (Python tutorial) [1]
- ※ The main operations on a dictionary are storing a value with some key and extracting the value given the key. (Python tutorial) [1]
- «Οι κύριες λειτουργίες ενός λεξικού είναι η αποθήκευση μιας τιμής με κάποιο κλειδί και η εξαγωγή της τιμής με την χρήση του κλειδιού.»
- δείτε επίσης: dictionary (data structure) στην αγγλική Βικιπαίδεια
Συνώνυμα[επεξεργασία]
- (πληροφορική) associative array, map
Υπερώνυμα[επεξεργασία]
- (πληροφορική) collection
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
-
dictionary (disambiguation) στην αγγλική Βικιπαίδεια
[επεξεργασία]
- ↑ 1,0 1,1 (αγγλικά) 5. Data Structures / 5.5. Dictionaries. Αρχειοθέτηση 2020-08-25. Προσπέλαση 2020-09-07.