differ
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
ενεστώτας | differ |
γ΄ ενικό ενεστώτα | differs |
αόριστος | differed |
παθητική μετοχή | differed |
ενεργητική μετοχή | differing |
Ρήμα[επεξεργασία]
differ (en)
[επεξεργασία]
- difference
- different & συγγενικά
- differentiate
- differentiation