discount rate
Εμφάνιση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
discount rate | discount rates |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]
Πολυλεκτικός όρος
[επεξεργασία]discount rate (en)
Δείτε επίσης
[επεξεργασία]-
discount rate στην αγγλική Βικιπαίδεια