dish
Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
dish (en)
- ο δίσκος (το πιάτο)
- το πιάτο (το αντικείμενο)
- το πιάτο (το φαγητό)
- what are we going to serve for main dish?
- πληθυντικός τα πιάτα (και τα ποτήρια, κουτάλια κλπ)
- It's my turn to wash the dishes. - Είναι σειρά μου να πλύνω τα πιάτα.
- το δορυφορικό πιάτο
- (αργκό) νεαρή ελκυστική γυναίκα (ή και άντρας)