disillusion
Εμφάνιση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]
Ρήμα
[επεξεργασία]disillusion (en)
- αντεξιδανικεύω, απογοητεύομαι από κάτι που θεωρούσα ιδανικό ή έστω καλύτερο
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]disillusion (en), disillusionment
- η αντεξιδανίκευση, απογοήτευση από κάτι που θεωρούσα ιδανικό ή έστω καλύτερο