Μετάβαση στο περιεχόμενο

distributed

Από Βικιλεξικό

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /dɪsˈtɹɪbjutɪd/
 

Επίθετο

[επεξεργασία]

distributed (en)

  1. κατανεμημένος
  2. διανεμημένος
  3. (δίκτυο υπολογιστών) κατανεμημένος [1], διανεμημένος για λειτουργία σε δίκτυο υπολογιστών

Αντώνυμα

[επεξεργασία]

Πολυλεκτικοί όροι

[επεξεργασία]

Ρηματικός τύπος

[επεξεργασία]

distributed (en)

Αναφορές

[επεξεργασία]
  1. «κατανεμημένος» από αναζήτηση «distributed» στη Βάση Τηλεπικοινωνιακών Όρων TELETERM από τη Μόνιμη Ομάδα Τηλεπικοινωνιακής Ορολογίας (ΜΟΤΟ), τον ΟΤΕ, τον ΕΛΟΤ και τον ΕΛΕΤΟ.