divorcé
Εμφάνιση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | divorcé | divorcés |
θηλυκό | divorcée | divorcées |
Επίθετο
[επεξεργασία]divorcé (fr)
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | divorcé | divorcés |
θηλυκό | divorcée | divorcées |
divorcé (fr)