Μετάβαση στο περιεχόμενο

doubtfully

Από Βικιλεξικό
παραθετικά
θετικός doubtfully
συγκριτικός more doubtfully
υπερθετικός most doubtfully

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
doubtfully < doubtful + -ly

Επίρρημα

[επεξεργασία]

doubtfully (en)

Αντώνυμα

[επεξεργασία]