drolatique

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
drolatique drolatiques

Επίθετο[επεξεργασία]

drolatique (fr) αρσενικό ή θηλυκό