ducento

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ducento < du + cento

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

πτώση ενικός πληθυντικός
ονομαστική ducento ducentoj
αιτιατική ducenton ducentojn

ducento (eo)

li invitis ducenton da kolegoj - προσκάλεσε μια διακοσαριά συναδέλφους