eŭrokrato
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Εσπεράντο (eo)
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | eŭrokrato | eŭrokratoj |
αιτιατική | eŭrokraton | eŭrokratojn |
eŭrokrato (eo)
Άλλες γραφές
[επεξεργασία]- eurokrato στο H-sistemo
- euxrokrato στο X-sistemo