earnest
Εμφάνιση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]- σοβαρότητα, ειλικρίνεια
- φιλοτιμία
- καπάρο, προκαταβολή κλεισίματος συμφωνίας
- σύμβολο υπόσχεσης-συμφωνίας, δείγμα, ένδειξη, σύμβολο όρκου
- πρόγευση
- το να είναι κάποιος/κάτι εργώδης, επίπονος