ecrã
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Πορτογαλικά (pt)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
ecrã | ecrãs |
ecrã (pt) αρσενικό
- η οθόνη
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
ecrã | ecrãs |
ecrã (pt) αρσενικό