efedra

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ιταλικά (it)[επεξεργασία]

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

efedra (it)

  1. (φυτό) που ανήκουν στο γένος θάμνων Ephedra
  2. (ιατρική) με ειδική επεξεργασία παράγονται τα αναβολικά εφεδρίνη και ψευδοεφεδρίνη και φάρμακα για πολλές θεραπείες.