effacement
Εμφάνιση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]
Προφορά
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]| ενικός | πληθυντικός |
| effacement | effacements |
effacement (fr) αρσενικό
- το σβήσιμο
| ενικός | πληθυντικός |
| effacement | effacements |
effacement (fr) αρσενικό