effacement

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /ɛ.fas.mɑ̃/

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
effacement effacements

effacement (fr) αρσενικό