effectiveness
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]effectiveness (en) (μη μετρήσιμο)
- η αποτελεσματικότητα
- ↪ Time will tell the effectiveness of the drug.
- Ο χρόνος θα δείξει την αποτελεσματικότητα του φαρμάκου.
- ↪ Time will tell the effectiveness of the drug.