efficient
Εμφάνιση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]παραθετικά | |
θετικός | efficient |
συγκριτικός | more efficient |
υπερθετικός | most efficient |
Προφορά
[επεξεργασία]
Επίθετο
[επεξεργασία]efficient (en)
- αποδοτικός
- ⮡ The workers are very efficient.
- Οι εργάτριες είναι πολύ αποδοτικές.
- ⮡ The workers are very efficient.