Κάιρο
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | Κάιρο | τα | Κάιρα |
γενική | του | Κάιρου | των | Κάιρων |
αιτιατική | το | Κάιρο | τα | Κάιρα |
κλητική | Κάιρο | Κάιρα | ||
Συνήθως στον ενικό | ||||
Κατηγορία όπως «σίδερο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /ˈka.i.ɾo/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Κά‐ι‐ρο
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Κάιρο ουδέτερο
- η πρωτεύουσα της Αιγύπτου
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
- Κάιρο στη Βικιπαίδεια
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
Κάιρο
Αναφορές[επεξεργασία]
- ↑ Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2002). Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας (Βʹ έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας. (Αʹ έκδοση: 1998)
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'σίδερο' (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά ουδέτερα (νέα ελληνικά)
- Δάνεια - τοπωνύμια από τα αγγλικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων - τοπωνύμια από τα αγγλικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων - τοπωνύμια από τα αραβικά (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Κύρια ονόματα (νέα ελληνικά)
- Πρωτεύουσες της Αφρικής (νέα ελληνικά)
- Πόλεις της Αιγύπτου (νέα ελληνικά)
- Πρωτεύουσες (νέα ελληνικά)
- Πόλεις (νέα ελληνικά)
- Τοπωνύμια της Αιγύπτου (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)