Πετράλωνα

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις   πληθυντικός  
ονομαστική τα Πετράλωνα
      γενική των Πετραλώνων
    αιτιατική τα Πετράλωνα
     κλητική Πετράλωνα
Κατηγορία όπως «πρόσωπο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Πετράλωνα < πέτρα + αλών(ια) + κατάληξη ουδέτερου στον πληθυντικό [1]

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /peˈtɾa.lo.na/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Πε‐τρά‐λω‐να

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Πετράλωνα ουδέτερο, μόνο στον πληθυντικό

  1. συνοικία της Αθήνας
    ※  Ἦταν καιρός, ποὺ τἄχε κόψει, ὅλ’ αὐτά, καὶ σύχναζε στὶς ἄλλες γειτονιές, πότε στὸ Κολονάκι, στὴ Νεάπολη, καὶ ποῦ καὶ ποῦ, καὶ στὴ Δεξαμενή, καὶ πότε στὸ Θησεῖο, στὰ Πετράλωνα, – τὴ γειτονιά του τὴν παλιά, καθὼς καὶ τοῦ Βαγγέλη, – πάντα πιστὴ κι’ ἀχώριστη παρέα μὲ τὸ Λάκη. (Ναπολέων Λαπαθιώτης, Κάπου περνούσε μια φωνή…, στο περιοδικό Νέα Εστία τεύχος 331 (1 Οκτωβρίου 1940), τόμ. 28, σελ. 1206)
    ※  Τα κόκκινα, τα πράσινα, / τα μπλε σου τα βραχιόλια / τρέλαναν τα Πετράλωνα / και ‘καψαν τα Σεπόλια. (τραγούδι: Οι θαλασσιές οι χάντρες, στίχοι: Κώστας Πρετεντέρης, μουσική: Μίμης Πλέσσας, 1962)
  2. ονομασία οικισμών της Ελλάδας

Συγγενικά[επεξεργασία]

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Αναφορές[επεξεργασία]