αντιβιοτικό

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το αντιβιοτικό τα αντιβιοτικά
      γενική του αντιβιοτικού των αντιβιοτικών
    αιτιατική το αντιβιοτικό τα αντιβιοτικά
     κλητική αντιβιοτικό αντιβιοτικά
Κατηγορία όπως «βουνό» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

αντιβιοτικό < ουσιαστικοποιημένο ουδέτερο του επιθέτου αντιβιοτικός < λόγιο ενδογενές δάνειο: αγγλική antibiotic < αρχαία ελληνική ἀντί + βιωτικός < βίος

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /an.di.vi.o.tiˈko/
τυπογραφικός συλλαβισμός: α‐ντι‐βι‐ο‐τι‐κό

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

αντιβιοτικό ουδέτερο

Συγγενικά[επεξεργασία]

→ και δείτε τη λέξη βίος

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Κλιτικός τύπος επιθέτου[επεξεργασία]

αντιβιοτικό