αξολότλ
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- αξολότλ < (ορθογραφικό δάνειο) αγγλική axolotl (ως «αξολότλ» ή «αξόλοτλ») < νάουατλ āxōlōtl (με προφορά [aːˈʃoːloːtɬ] «ασόλοτλ»)
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
αξολότλ ουδέτερο άκλιτο
- αμφίβιο, είδος σαλαμάνδρας με προέλευση το Μεξικό, η «μεξικάνικη σαλαμάνδρα» (Ambystoma mexicanum)
- η ανθολογία Αξολότλ και άλλα διηγήματα του Χούλιο Κορτάσαρ περιλαμβάνει μερικά από τα πιο ενδιαφέροντα γραπτά με σύντομες ιστορίες του συγγραφέα
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
- αξολότλ στη Βικιπαίδεια
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
Κατηγορίες:
- Ορθογραφικά δάνεια από τα αγγλικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα αγγλικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τη γλώσσα νάουατλ (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά άκλιτα ουδέτερα (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά άκλιτα (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά ουδέτερα (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)