αψέντι

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το αψέντι τα αψέντια
      γενική του αψεντιού των αψεντιών
    αιτιατική το αψέντι τα αψέντια
     κλητική αψέντι αψέντια
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά
ένα ποτηράκι αψέντι

Ετυμολογία [επεξεργασία]

αψέντι < (άμεσο δάνειο) γαλλική absinth(e) + < λατινική absinthium < ελληνιστική κοινή ἀψίνθιον ή προέλευσης τουρκικής ή περσικής < (αρχαία ελληνική ἄψινθος) (αντιδάνειο) [1]

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /aˈpsen.di/
τυπογραφικός συλλαβισμός: α‐ψέ‐ντι

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

αψέντι ουδέτερο

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Αναφορές[επεξεργασία]