γκιλοτίνα
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- γκιλοτίνα < παλαιά (άμεσο δάνειο) ιταλική ghilottina < γαλλική guillotine < Dr Joseph-Ignace Guillotin (Ζοζέφ Ινιάς Γκιγιοτέν), γιατρός που πρότεινε τη χρήση του οργάνου για εκτελέσεις κατά τη Γαλλική Επανάσταση. Δείτε και τη γαλλική louisette.[1]
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /ɟi.loˈti.na/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : γκι‐λο‐τί‐να
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
γκιλοτίνα θηλυκό
- μηχανικό όργανο που χρησιμοποιήθηκε στο παρελθόν για εκτέλεση με αποκεφαλισμό
- ↪ ο Ροβεσπιέρος ήταν από τους πολλούς Γάλλους επαναστάτες που πέθαναν στην γκιλοτίνα, το 1794
Συνώνυμα[επεξεργασία]
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
γκιλοτίνα
Αναφορές[επεξεργασία]
- ↑ Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2010). Ετυμολογικό Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας (Β' ανατύπωση. 2009: A' έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας.
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'σοφία' (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά θηλυκά (νέα ελληνικά)
- Δάνεια από τα ιταλικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα ιταλικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα γαλλικά (νέα ελληνικά)
- Λέξεις από ανθρωπωνύμια (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)