μπουρανί

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το μπουρανί τα μπουρανιά
      γενική του μπουρανιού των μπουρανιών
    αιτιατική το μπουρανί τα μπουρανιά
     κλητική μπουρανί μπουρανιά
Οι καταλήξεις -ιού, -ιά, -ιών προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «παιδί» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

μπουρανί < (άμεσο δάνειο) τουρκική burani (λαδερό φαγητό με σπανάκι[1]) < περσική برانی (bowrâni)

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /bu.raˈni/
τυπογραφικός συλλαβισμός: μπου‐ρα‐νί

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

μπουρανί ουδέτερο

  1. (λαογραφία) καρναβαλικές εκδηλώσεις στην πόλη του Τυρνάβου με φαλλικά σύμβολα, τραγούδια και πειράγματα
    Παλιά η εκδήλωση του Μπουρανιού ήταν πιο γνήσια, πιο περιεκτική και φυσικά πιο ξεδιάντροπη. Γύρω από την φωτιά για την προετοιμασία του εδέσματος, οι καρναβαλιστές χόρευαν, αλληλοπειράζονταν, τραγουδούσαν άσεμνα τραγούδια, πετούσαν βωμολοχίες και έκαναν πρόστυχα πειράγματα προς τους άντρες περαστικούς. (Καρναβαλικά έθιμα αιώνων (;), περιοδικό Αρχαιολογία, 23.02.2012)
  2. (γαστρονομία) είδος φαγητού που μαγειρεύεται κατά τις ως άνω εκδηλώσεις
    ※ Οι χαροκόποι άναβαν φωτιά κι έφτιαχναν το μπουρανί. Τα υλικά είναι σπανάκι, ρύζι, τσουκνίδα και λίγος αντεράκος μαζί με ξίδι, έτσι για νοστιμιά, χωρίς καθόλου λάδι. (www.ertnews.gr, 26.02.2017)

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Αναφορές[επεξεργασία]