χολέρα

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η χολέρα οι χολέρες
      γενική της χολέρας των χολερών
    αιτιατική τη χολέρα τις χολέρες
     κλητική χολέρα χολέρες
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

χολέρα < (κληρονομημένο) αρχαία ελληνική χολέρα.[1] Αναλύεται μορφολογικά σε χολ(ή) + -έρα[2]

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /xoˈle.ɾa/
τυπογραφικός συλλαβισμός: χο‐λέ‐ρα

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

χολέρα θηλυκό

Συγγενικά[επεξεργασία]

→ και δείτε τη λέξη χολή

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Αναφορές[επεξεργασία]

  1. χολέρα - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
  2. Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2010). Ετυμολογικό Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας (Β' ανατύπωση. 2009: A' έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας. 



Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική χολέρ αἱ χολέραι
      γενική τῆς χολέρᾱς τῶν χολερῶν
      δοτική τῇ χολέρ ταῖς χολέραις
    αιτιατική τὴν χολέρᾱν τὰς χολέρᾱς
     κλητική ! χολέρ χολέραι
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  χολέρ
γεν-δοτ τοῖν  χολέραιν
1η κλίση, ομάδα 'χώρα', Κατηγορία 'φαρέτρα' όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

χολέρα, ήδη τον 5ο αιώνα, στον Ιπποκράτη < θέμα χολ- + -έρα. Για το θέμα:
  • Oι γραμματικοί της ελληνιστικής περιόδου, συνέδεαν είτε με το χολή, είτε με το χολάς, χολάδες (έντερα, εντόσθια).
  • Nεότερες απόψεις το συνδέουν με το χολή, είτε με προελληνική βάση (είτε, πιο αβέβαιο, με την ιρλανδική γαελική galar και απώτατη πρωτοϊνδοευρωπαϊκή αρχή).[1]

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

χολέρα θηλυκό

  1. (ιατρική) η χολέρα, βαρύ νόσημα με εμετούς και διάρροια
  2. (ιατρική) ναυτία

Άλλες μορφές[επεξεργασία]

Συγγενικά[επεξεργασία]

Αναφορές[επεξεργασία]

  1. Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2010). Ετυμολογικό Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας (Β' ανατύπωση. 2009: A' έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας. 

Πηγές[επεξεργασία]