elementary
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en) [επεξεργασία]
Επίθετο[επεξεργασία]
elementary (en)
- στοιχειώδης (βασικός, θεμελιώδης)
- στοιχειώδης, για τη στοιχειώδη εκπαίδευση, το δημοτικό σχολείο
- στοιχειώδης (για τα υποατομικά σωματίδια)