enŝteliri
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- enŝteliri < → λείπει η ετυμολογία
Ρήμα[επεξεργασία]
ρήμα enŝteliri | |||
χρόνος | μορφή | ενεργητική μετοχή |
παθητική μετοχή |
---|---|---|---|
ενεστώτας | enŝteliras | enŝteliranta | enŝtelirata |
αόριστος | enŝteliris | enŝtelirinta | enŝtelirita |
μέλλοντας | enŝteliros | enŝtelironta | enŝtelirota |
υποθετική | enŝtelirus | - | - |
προστακτική | enŝteliru | - | - |
enŝteliri (eo)