enamel

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Προφορά

[επεξεργασία]

/ɪˈnam(ə)l/

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

enamel (en)