enchanting
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Επίθετο[επεξεργασία]
παραθετικά | |
θετικός | enchanting |
συγκριτικός | more enchanting |
υπερθετικός | most enchanting |
enchanting (en)
- μαγευτικός, -ή, -ό
- συναρπαστικός, -ή, -ό
Ρηματικός τύπος[επεξεργασία]
enchanting (en)