ending

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
ending endings

ending (en)

  • το τέλος
    I was imagining a better ending for my story.
    Φανταζόμουν ένα καλύτερο τέλος για την ιστορία μου.
     συνώνυμα: → δείτε τη λέξη end

Ρηματικός τύπος[επεξεργασία]

ending (en)

Πηγές[επεξεργασία]