endothélium
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
endothélium | endothéliums |
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
endothélium (fr) αρσενικό
ενικός | πληθυντικός |
endothélium | endothéliums |
endothélium (fr) αρσενικό