endpoint
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
endpoint (en)
- (τηλεπικοινωνίες, δίκτυο υπολογιστών) το ακροσημείο, ακραίο σημείο[1]
- → δείτε τη λέξη terminal
- (διαδίκτυο) ο ενιαίος εντοπιστής πόρου (URL) μιας διαδικτυακής υπηρεσίας (Web service)
Άλλες γραφές[επεξεργασία]
(τηλεπικοινωνίες, δίκτυο υπολογιστών)
Συνώνυμα[επεξεργασία]
(τηλεπικοινωνίες, δίκτυο υπολογιστών)
Υπερώνυμα[επεξεργασία]
(διαδίκτυο)
- Uniform Resource Locator (URL)
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
-
endpoint στην αγγλική Βικιπαίδεια
[επεξεργασία]
- ↑ από αναζήτηση στη Βάση Τηλεπικοινωνιακών Όρων TELETERM από τη Μόνιμη Ομάδα Τηλεπικοινωνιακής Ορολογίας (ΜΟΤΟ), τον ΟΤΕ, τον ΕΛΟΤ και τον ΕΛΕΤΟ.