enregistreur
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | enregistreur | enregistreurs |
θηλυκό | enregistreuse | enregistreuses |
Επίθετο[επεξεργασία]
enregistreur (fr)
- (για συσκευές) καταγραφικός
- (μεταφορικά) λέγεται για κάθε δείκτη που δείχνει μια τάση