entonnement
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
entonnement | entonnements |
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
entonnement (fr) αρσενικό
ενικός | πληθυντικός |
entonnement | entonnements |
entonnement (fr) αρσενικό