envasement
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
envasement | envasements |
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
envasement (fr) αρσενικό
- το βάλτωμα
ενικός | πληθυντικός |
envasement | envasements |
envasement (fr) αρσενικό