envio
Εμφάνιση
Εσπεράντο (eo)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | envio | envioj |
αιτιατική | envion | enviojn |
envio (eo)
- η ζήλια
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | envio | envioj |
αιτιατική | envion | enviojn |
envio (eo)